προσφωνητικός

προσφωνητικός
προσφωνητικός
masc nom sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • προσφωνητικός — ή, όν, ΜΑ [προσφωνῶ] προσφωνηματικός*. επίρρ... προσφωνητικῶς ΜΑ με τρόπο κατάλληλο για προσφώνηση …   Dictionary of Greek

  • προσφωνητικῶν — προσφωνητικός fem gen pl προσφωνητικός masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικόν — προσφωνητικός masc acc sg προσφωνητικός neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικαῖς — προσφωνητικός fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικοῖς — προσφωνητικός masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικοί — προσφωνητικός masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικοῦ — προσφωνητικός masc/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικῆς — προσφωνητικός fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικῶς — προσφωνητικός adverbial …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προσφωνητικῷ — προσφωνητικός masc/neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”